4/5/13

Είναι αυτή η Ευρώπη που ονειρευτήκαμε;


του Δρ. Γεωργίου Ι. Αναστασόπουλου* 

Φτάνουν κάποιες στιγμές που καλούμαστε όλοι μας να κάνουμε ένα απολογισμό αρχών, θέσεων και πράξεων. Είναι οι στιγμές της περισυλλογής. Είναι οι στιγμές που κοιτάμε πίσω, και αξιολογούμε αποφάσεις και επιπτώσεις. Κρίσιμες στιγμές, σημεία καμπής.

Μια τέτοια στιγμή είναι και τούτη για το ρόλο και το μέλλον της Ευρώπης. Και για μας όλους, που καλούμαστε να απαντήσουμε στο ερώτημα αν είναι αυτή η Ευρώπη που ονειρευτήκαμε. Όχι, ότι όλοι ονειρευτήκαμε την ίδια Ευρώπη. Αλλά ο καθείς καλείται να απαντήσει από την δική του οπτική γωνιά.

Η δύναμη ενός μεγάλου οράματος μπορεί να συμπαρασύρει τις πεζές πραγματικότητες χιλιάδων σκεπτικιστών. Και με τη δύναμη αυτή, το όραμα μια χούφτας οραματιστών πολιτικών ξεκίνησε το πείραμα της Ενωμένης Ευρώπης, ρίχνοντας τα θεμέλιά του στις στάχτες που άφηνε σε όλη την ήπειρο ο Β’ παγκόσμιος πόλεμος. Ο πόνος, η διχόνοια, το αίμα των κατοίκων τούτης της ηπείρου διαδέχθηκαν απ’ την ελπίδα, τα όνειρα και τις αγωνίες των πολιτών της Ευρώπης για μια ήπειρο ενιαία, ειρηνική, δημοκρατική, εύρωστη, ευημερούσα και προπάντων ελεύθερη.

Κι έτσι άρχισε η οικοδόμηση της Ενωμένης Ευρώπης. Πολλές φορές με δυσκολίες, ενίοτε με αντιδράσεις και πισωγυρίσματα, χτίσθηκε μια ενιαία αγορά, και σιγά-σιγά οι δομές ενός πολιτικού οικοδομήματος μιας οικονομικής υπερδύναμης. Και καθώς τα χρόνια περνούσαν οι λογικές αδυναμίες και τα αναμενόμενα λάθη του συστήματος παρείχαν τις πολύτιμες ευκαιρίες για την διόρθωση, μετεξέλιξη και ωρίμανσή του. Το ερώτημα είναι αν... οι ευκαιρίες αυτές αξιοποιήθηκαν και ως προς ποια κατεύθυνση.

Σκοπός αυτού του σημειώματος δεν είναι να αξιολογήσει την επάρκεια ή μη των Ευρωπαϊκών θεσμών και μηχανισμών. Ποιο είναι το νόημα, παραδείγματος χάριν, ύπαρξης ενός κολοβού ευρωκοινοβουλίου ή η απελπιστική έλλειψη δημοκρατίας και εκπροσώπησης των ευρωπαίων πολιτών στα όργανα λήψης αποφάσεων της Ένωσης; Το σύστημα, μέχρι σήμερα, ουσιαστικά παρέχει μόνο στο «πολιτμπιρό» των αρχηγών κρατών και των υπουργών, την πολυτέλεια του δικαιώματος των όποιων αποφάσεων, διαιωνίζοντας πρακτικά την εθνοκεντρική λογική στην λήψη τους, αφού οι λαμβάνοντες τις αποφάσεις αυτές δεν λογοδοτούν στο ευρωπαϊκό αλλά στο εθνικό τους ακροατήριο. Καθίσταται προφανές ότι σε ένα τέτοιο σύστημα τα αποτελέσματα των εθνικών Γερμανικών εκλογών είναι αυτά που θα προδικάσουν την οικονομική επιβίωση ή την εξόντωση ενός μικρού λαού σαν τον Κυπριακό. Και είναι προφανές το ερώτημα, ποιος ο λόγος συμμετοχής μιας τόσο μικρής χώρας σαν την Κύπρο σε ένα τόσο αντι-ευρωπαϊκό σύστημα σαν αυτό της Ευρωζώνης;

Μια σειρά από ενδιαφέροντα «μαθήματα» μας δόθηκαν από τον τρόπο που η Ευρωζώνη χειρίστηκε τη πρόσφατη οικονομική κρίση. Και είναι ενδιαφέρον να αξιολογήσουμε αυτές τις συμπεριφορές και ο καθείς να οδηγηθεί στα δικά του συμπεράσματα.

Να ξεκινήσουμε από την πλήρη ανυπαρξία ετοιμότητας και προετοιμασίας για την διαχείριση της κρίσης. Η καλοπληρωμένη μηχανή των Βρυξελλών πιάστηκε παντελώς απροετοίμαστη και αδιάβαστη. Είτε στην περίπτωση της Ιρλανδίας, που η χώρα διέφυγε την καταστροφή αφού στύλωσε τα πόδια και αρνήθηκε την καταστροφική συνταγή που της πρότεινε η τρόικα, είτε στην περίπτωση της Ελλάδος όπου δεν μπορούσαν (ή δεν ήξεραν) να υπολογίσουν ορθά τους πολλαπλασιαστές, είτε στην περίπτωση της Κύπρου, όπου περνούν τη θηλιά στο λαιμό μιας χώρας επιβάλλοντας «εμμονές» και πειραματιζόμενοι επειδή απλά που μπορούν! Στην τελευταία περίπτωση θυμίζουν την δήλωση ενός ψυχολόγου ότι «στον πόλεμο οι στρατιώτες βιάζουν επειδή απλά μπορούν»!

Και αν, έστω, οι λάθος πολλαπλασιαστές αναφέρονται σε τεχνικές αδυναμίες της ΕΕ, είναι εντυπωσιακό το σκεπτικό με το οποίο λαμβάνονται οι «πολιτικές» αποφάσεις σε ανώτατο επίπεδο. Και αναφορικά με την Ελλάδα, και χωρίς να παραγνωρίζουμε τις βαρύτατες ευθύνες του ντόπιου πολιτικού κατεστημένου, αποτελεί άξιο απορίας:

1. Γιατί η ΕΕ αποδέχεται την διατήρηση του μεγάλου πελατειακού κράτους;

2. Γιατί η ΕΕ ανέχεται την σύνθλιψη του παραγωγικού ιδιωτικού τομέα ως θυσία για την επιβίωση του αντιπαραγωγικού δημοσίου;

3. Γιατί η ΕΕ θεωρεί πως ενάμισι εκατομμύριο ανέργων του ιδιωτικού τομέα αποτελούν απαραίτητη θυσία στο ανθρωποφάγο μνημόνιό της, ενώ αδυνατεί να επιβάλλει την ισοδύναμη θυσία και από τον δημόσιο τομέα που αποτελεί και την αιτία της κρίσης;

4. Γιατί η ΕΕ υιοθετεί και επιβάλλει πολιτικές υπερ-φορολόγησης, που αποδεδειγμένα οδηγούν σε ύφεση και ανεργία, κλείνοντας ταυτόχρονα το μάτι στην πραγματική αιτία της κρίσης που δεν είναι άλλη από το υπέρογκο μέγεθος και δαπάνες του δημοσίου τομέα;

5. Γιατί η ΕΕ αποδέχεται την συνεχή αναστολή των ιδιωτικοποιήσεων;

6. Γιατί η ΕΕ αποδέχεται την συνεχή αναστολή του κλεισίματος των άχρηστων φορέων/ινστιτούτων/οργανισμών του δημοσίου;

7. Γιατί η ΕΕ αποδέχεται η πρώτη και συμβολική, όπως κράζει η κυβέρνηση, ιδιωτικοποίηση, αυτή του ΟΠΑΠ, να αφορά την μετατροπή ενός κρατικού μονοπωλίου σε ιδιωτικό;

8. Γιατί η ΕΕ αδιαφορεί για το πραγματικό άνοιγμα των αγορών;

9. Γιατί η ΕΕ συναινεί σε «μαϊμού» και ανύπαρκτες μεταρρυθμίσεις;

10. Γιατί η ΕΕ υποκύπτει στις συντεχνιακές λογικές εργατοπατέρων κλπ αργόμισθων συνδικαληστών;

Θα μπορούσα να απαριθμήσω δεκάδες τέτοια «γιατί» αλλά δεν επιθυμώ να γίνω κουραστικός. Το συμπέρασμα των ανωτέρω είναι απλό: Η ΕΕ και οι γραφειοκρατικοί της μηχανισμοί είναι βαθύτατα βουτηγμένοι σε μια απέραντη κρατικιστική λογική. Σε μια άκρως σοσιαλίζουσα, στην καλύτερη περίπτωση, κεϋνσιανή λογική. Μια λογική, που αδυνατεί να κατανοήσει τους νόμους της αγοράς και προσπαθεί να συμβιβάσει ανόητες τακτικές δειλών και άτολμων εθνικών κυβερνήσεων με αμφιλεγόμενες και αδοκίμαστες πολιτικές σταθερότητας.

Δεν είναι τυχαίο ότι η ΕΕ αδυνατεί να καθησυχάσει τις αγορές, το αντίθετο μάλιστα, αναβαθμίζει, συστιματικά, τις κρίσεις σε ένταση και διάρκεια! Και αυτό διότι έχει χάσει κάθε επαφή με τους κανόνες λειτουργίας της αγοράς. Έχει πέσει σε μια σοσιαλιστική περιδίνηση, από την οποία αδυνατεί να βγει συμπαρασύροντας στην καταστροφή τους ατυχείς που θα βρεθούν πλησίον της δίνης του κυκλώνα.

Δεν είναι τυχαίο πως στην πρόσφατη κρίση στην Κύπρο το μικρό κι απελπισμένο κοινοβούλιο του νησιού, με το «ΟΧΙ» του, περιέσωσε την Ένωση από μια σειρά λαθών ολκής που (θα) την έκαναν περίγελο των διεθνών της εταίρων. Το «ΟΧΙ» των Κυπρίων έδωσε χρόνο στην αργοκίνητη Ευρωπαϊκή μηχανή να αντιληφθεί το διεθνές «κράξιμο» και να αναδιπλωθεί σε οικονομικά λογικότερες επιλογές. Το κακό όμως έχει ήδη συμβεί. Έχει χαθεί και η παραμικρή εμπιστοσύνη ότι τούτη η Ευρώπη κατανοεί και σέβεται τους στοιχειώδες κανόνες της οικονομίας, των αγορών, του καπιταλιστικού συστήματος γενικότερα. Αδέξια και ανίκανη να διαχειρισθεί την δύναμη της, «χύνει την καρδάρα» με την πρώτη ευκαιρία, επιδεικνύοντας πρωτοφανή ανωριμότητα και έλλειψη σεβασμού σε παραδοσιακές αρχές και αξίες. 

Οι πρόσφατοι χειρισμοί των ηγεσιών της ΕΕ διαφημίζουν με βροντερή φωνή όχι μόνο την ανυπαρξία του όποιου σχεδίου της Ευρώπης για την Ευρώπη, αλλά και την προσκόλληση σε μια ευκαιριακή πολιτική, που κυριαρχείται από λογικές ρεβανσισμού, εξυπηρέτησης εθνικών στρατηγικών και αδιαφορίας για τις συνέπειες των πράξεών της. Από τη μία η γραφειοκρατία των Βρυξελλών, που μετατρέπεται σταδιακά σε μια, Σταλινικής έμπνευσης, ρυθμιστική μηχανή (βλ. άρθρο μου Accreditation in Europe: Monopoly in the Making?) και από την άλλη η πολιτική αλαζονεία των ηγεσιών της, που συμπεριφέρονται στις χώρες μέλη ως σε κεντροευρωπαϊκά προτεκτοράτα τους, το μόνο που επιτυγχάνουν είναι να αφαιρούν συνεχώς βαθμούς ελευθερίας από τους πολίτες, αντικαθιστώντας την πολυχρωμία-πολυφωνία της ΕΕ με μια μουντή γκρίζα ομοιομορφία. Μια τέτοια ομοιομορφία που συχνά συναντά κανείς σε ολοκληρωτικού τύπου καθεστώτα. 

Αν το όνειρο της ενωμένης Ευρώπης χάνεται στα βάθη της ιστορίας, αν οι αγωνίες για μια ενιαία και ευημερούσα ήπειρο που οραματίστηκαν οι πεφωτισμένες ηγεσίες της διατηρούνται ακόμη, έστω και στις αράδες των σχολικών βιβλίων, τότε υπάρχει ακόμη ελπίδα… Ελπίδα για μια Ευρώπη, που να λούζεται από το φως των αξιών του αρχαιο-ελληνικού πολιτισμού, βασισμένη στις αρχές του διαφωτισμού, με σεβασμό στα ατομικά δικαιώματα, την ελεύθερη επιχειρηματικότητα, το ελεύθερο και δίκαιο εμπόριο και ανταγωνισμό, την ελαχιστοποίηση των κανονιστικών ρυθμίσεων, τη δραστική μείωση της φορολογίας και την ελαχιστοποίηση του μεγέθους του κράτους, αρχές που αποτελούν και τους υπέρτατους καταλύτες για την επίτευξη της ατομικής ελευθερίας και της ατομικής και συλλογικής ευημερίας.

--------------------------- 
* Ο Δρ. Γιώργος Αναστασόπουλος είναι Πρόεδρος του Ε2Τ2 (Ελεύθειν Ερά Think Tank, www.e2t2.org)

Δεν υπάρχουν σχόλια: