|
H Κοίμηση της Θεοτόκου, ψηφιδωτό από τη Μονή της Χώρας στην Κωνσταντινούπολη |
του
Γ. Ι. Αναστασόπουλου
Σε μια χώρα "τσουρουφλισμένη" από την κρίση, με καταρρακωμένο κύρος και "τσαλακωμένη" υπερηφάνεια, βρισκόμαστε ενίοτε σε στιγμές που αναζητώντας "τη λύση" συναντιόμαστε με τις ρίζες μας.
Παραμονή δεκαπενταύγουστου χθες και βρέθηκα, όπως η πλειοψηφία των συμπατριωτών μας, σε ένα από τα γραφικά χωριά μας, που γιορτάζουν την άγια μέρα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Όλο το χωριό μαζί με επισκέπτες και καλεσμένους μαζεύτηκε στην κεντρική πλατεία συμμετέχοντας σε ένα παραδοσιακό πανηγύρι, όπου τον πένθιμο ρυθμό της μπάντας που συνόδευε την λιτανεία διαδέχθηκαν οι δημοτικοί χοροί, τον αργό χτύπο της καμπάνας ο χαρμόσυνος "αναστάσιμος", την κατάνυξη του εσπερινού το κέφι του γλεντιού, τ' αρώματα απ' το λιβάνι και το κερί η τσίκνα απ' τα σουβλιστά αρνιά και το ρετσίνι απ' το κρασί.
Εικόνες, ακούσματα, συναισθήματα, γεύσεις κι αρώματα ανακατωμένα όλα στον ίδιο χώρο και χρόνο, σε μια τελετουργική ατμόσφαιρα διονυσιακής τελετής, σαν να σταμάτησε ο χρόνος μερικές χιλιάδες χρόνια πριν και να κατεβήκανε από το διπλανό βουνό οι Πάνες και οι Υάδες να γιορτάσουν μαζί με τους θνητούς την ανάσταση του Διονύσου, του θεού με τις δύο ταυτότητες, του "συμβόλου" που έπαιζε το ρόλο της πύλης ανάμεσα σε διαφορετικά βασίλεια και κόσμους εμπειρίας. Τούτη η μετάβαση στην επικίνδυνη, σκιώδη σφαίρα του κάτω κόσμου, του χάους και του θανάτου και η διαδοχή της από την ενθουσιαστική μορφή της χαράς της ζωής, της ξεγνοιασιάς της αμπέλου, που αποτελούν βασικό θέμα στη διονυσιακή λατρεία, ένοιωσα χθες να ξαναζούν, δίνοντας εξήγηση στα εκ πρώτης όψεως παράλογα αισθήματα χαρμολύπης, που χαρακτήριζαν τις τόσο έντονες μεταπτώσεις συμπεριφορών και συναισθημάτων των πανηγυριστών.
Ήταν πραγματικά υπερβατική η εικόνα των νέων παιδιών του χωριού να χορεύουν ντυμένα στις παραδοσιακές στολές τους αρχέγονους μελωδικούς ρυθμούς, μπροστά στην σημαιοστολισμένη με γαλανόλευκες και δικέφαλους εκκλησιά, που συμβολικά εκείνη τη στιγμή φιλοξενούσε το αιθέριο σώμα της αποβιώσασας Παναγιάς, αναμένοντας την σε τρεις μέρες αγία ανάληψή της.
Και ήταν πράγματι υπέροχο να βιώνει κανείς τις παραδόσεις και την ιστορία χιλιάδων ετών ενός λαού να συμπυκνώνονται αναμεμιγμένες σε ένα παραδοσιακό πανηγύρι λίγων ωρών. Και ταυτόχρονα ήταν τόσο ελπιδοφόρο να νιώθεις πως τούτος ο λαός, σε πείσμα των καιρών, καταφέρνει να επιβιώνει κωδικοποιώντας το παρελθόν του σε κώδικες και συμπεριφορές που υπερβαίνουν θρησκείες και εξουσίες, κατανικώντας έτσι τον ίδιο τον χρόνο και τον θάνατο.
Ο κύκλος της ζωής, του θανάτου και της ανάστασης είναι η μοίρα τούτου του λαού. Την διδάχθηκε από την Περσεφόνη και τον Διόνυσο την ξαναθυμήθηκε με τον Χριστό και την Παναγιά, την ζει και την ξαναζεί για αιώνες τώρα, σαν τον αρχαίο Φοίνικα. Είναι κωδικοποιημένη στο DNA του, κάτι σαν ευχή και κατάρα, ενός λαού ταγμένου να κρατά τα κλειδιά δύο κόσμων, καταδικασμένου να ζει και να πεθαίνει για να αναστηθεί και να ξαναζεί το μαρτύριο του Σίσυφου που υπερνικώντας τον Άδη έχασε -για πάντα- το προνόμιο της ανάπαυσης του θανάτου.
Αλλόκοτα πράγματα θα μου πείτε, ακατανόητα και υπερφυσικά...μηνύματα γεμάτα αντιφάσεις, σαν την υπερβατική λογική του χθεσινού εορτασμού...Αλλά αυτοί είμαστε...Αυτός είναι ο λαός μας...Λέτε ο Διόνυσος κι η Παναγιά να μας κοιτάζουν, παρέα, από μια γωνιά του Παραδείσου και να ξεκαρδίζονται;